Ενεργειακό μοντέλο

Να προχωρήσουμε αποφασιστικά στην αλλαγή του ενεργειακού μας μοντέλου

 

Η ελληνική οικονομία ξεχωρίζει ως η πιο σπάταλη και ρυπογόνος μεταξύ των «παλιών» χωρών της ΕΕ. Για κάθε ευρώ του ΑΕΠ μας εκπέμπουμε τα περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου σε σχέση με αυτές. Οι αιτίες είναι γνωστές: συντριπτική κυριαρχία του λιγνίτη και του μαζούτ στην ηλεκτροπαραγωγή, κτίρια που σπαταλούν ενέργεια, ουσιαστική αποκλειστικότητα ΙΧ και φορτηγών στις μεταφορές, τιμολογιακή πολιτική που αποθαρρύνει την εξοικονόμηση.

Καλούμε την κυβέρνηση να υιοθετήσει, ακόμα και μονομερώς, πιο τολμηρούς στόχους μείωσης εκπομπών και να εκπονήσει αντίστοιχο συγκεκριμένο Εθνικό Σχέδιο Δράσης με ενδιάμεσους στόχους και μηχανισμό παρακολούθησης των αποτελεσμάτων του.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι καταθέτουμε τις προτάσεις μας για αυτήν την ενεργειακή επανάσταση που έχουμε τόσο ανάγκη:

 

Εξοικονόμηση Ενέργειας

 

Απόλυτη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη μείωση της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας και στην πιο αποδοτική χρήση της. Να πάψουμε να θεωρούμε την ενέργεια γενικά και άκριτα ως «κοινωνικό δικαίωμα», αλλά κυρίως ως φυσικό αγαθό σε ανεπάρκεια, και να προχωρήσουμε σε μια νέα ενεργειακή κουλτούρα, επανεξετάζοντας το πόση ενέργεια καταναλώνουμε, με ποιον τρόπο και για ποιον σκοπό.

Στην κατεύθυνση αυτή χρειαζόμαστε:

  • Βέλτιστες ενεργειακές προδιαγραφές μηχανημάτων και διαδικασιών για υφιστάμενες και νέες βιομηχανικές εγκαταστάσεις
  • Τιμολογιακή και φορολογική πολιτική που να ενθαρρύνει την εξοικονόμηση.
  • Εκτεταμένες εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης,
  • Σήμανση συσκευών
  • Κίνητρα για αντικατάσταση εξοπλισμού,
  • Πράσινες προμήθειες σε όλο το δημόσιο τομέα.

Τα σημαντικότερα, όμως, περιθώρια εξοικονόμησης υπάρχουν στον κτιριακό τομέα, όπου και καταναλώνεται πάνω από το ένα τρίτο της συνολικής ενέργειας. Αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικά αρνητικό κτιριοδομικό μας χαρακτηριστικό, αφού η χώρα μας παρουσιάζει ένα εξαιρετικό φυσικό ανάγλυφο μέσα σε μια ευνοϊκότατη κλιματική ζώνη, ώστε με πολύ απλά και χαμηλού κόστους μέτρα θα μπορούσε να εκμηδενίσει  σχεδόν τις ενεργειακές ανάγκες των κτιρίων και να μειώσει σημαντικά το κόστος εισαγωγής ενέργειας υπό τη μορφή πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Πέρα από την αυτονόητη πλήρη ενσωμάτωση της Οδηγίας για τα κτίρια ζητάμε:

  • Κτιριοδομικούς και Πολεοδομικούς Κανονισμούς, ώστε ήδη από το 2012 όλα τα νεόδμητα δημόσια κτίρια και τα νέα κτίρια ενός μεγέθους και άνω (πχ μεγαλύτερα των 2000m2) να έχουν μηδενικό ενεργειακό ισοζύγιο. Αντίστοιχη υποχρέωση να ισχύσει για όλα τα νεόδμητα κτίρια από το 2015.
  • Άμεση πλήρη εφαρμογή του θεσμού των Ενεργειακών Επιθεωρήσεων, που – παρότι το νομικό πλαίσιο ολοκληρώθηκε με μεγάλη καθυστέρηση το 2010- πηγαίνει από αναβολή σε αναβολή.
  • Επέκταση του προγράμματος για τη μόνωση υφιστάμενων ιδιωτικών κτιρίων με συγκεκριμένους στόχους (π.χ. επεμβάσεις σε 50 χιλιάδες κτίρια μέσα στην επόμενη 5ετία). Εφαρμογή παθητικών ηλιακών συστημάτων θέρμανσης και δροσισμού σε υφιστάμενα κτίρια με ευνοϊκό προσανατολισμό. Δέσμευση πως το 2015 το 10% των δημόσιων κτιρίων θα είναι βέλτιστων ενεργειακών προδιαγραφών.
  • Άμεση και ευρεία εκπαίδευση των μηχανικών δόμησης στους τομείς των παθητικών και ενεργειακών θερμικών ηλιακών συστημάτων και υποχρεωτική εφαρμογή αυτών σ΄ όλα τα νεόδμητα κτίρια.
  • Για κτίρια μηδενικών εκπομπών χρειάζονται και μέτρα στήριξης της μετατροπής των συστημάτων θέρμανσης πετρελαίου σε συστήματα που χρησιμοποιούν βιομάζα (ξύλο, πέλλετ, γεωργικά υπολείμματα κλπ) με παράλληλη εξασφάλιση ενός αειφόρου συστήματος παραγωγής βιομάζας με παράλληλα οφέλη στην απασχόληση και στη βιώσιμη διαχείριση των δασών.
  • Αποτροπή της αυτούσιας χρήσης ηλεκτρικού ρεύματος για την θέρμανση κτιρίων. Η κυβέρνηση οφείλει να εκπονήσει συγκεκριμένο και αναλυτικό Σχέδιο Δράσης με μηχανισμό παρακολούθησης προόδου προκειμένου το 2020 η εθνική κατανάλωση να είναι κατά τουλάχιστον 20% χαμηλότερη από την προβλεπόμενη στο σενάριο αναφοράς.

 

Προς ένα σύστημα ηλεκτρισμού μηδενικών εκπομπών

 

Ο αναπροσανατολισμός του ενεργειακού μας μοντέλου περνά από άμεσες και ριζικές αλλαγές στο σύστημα ηλεκτρισμού της χώρας, τον τομέα με το συντριπτικά μεγαλύτερο μερίδιο στις εθνικές εκπομπές CO2 αλλά και με τις οικονομικότερες και τεχνικά ωριμότερες δυνατότητες υποκατάστασης των ορυκτών καυσίμων.

Μια πραγματικά φιλόδοξη ενεργειακή και κλιματική πολιτική δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε λιγότερο από ένα σύστημα ηλεκτρισμού μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050. Κυρίως για λόγους συμμόρφωσης με τις νέες -αλλά όχι αρκετά αυστηρές- ευρωπαϊκές ρυθμίσεις για την ατμοσφαιρική ρύπανση, οι 22 λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ θα πρέπει να κλείνουν σταδιακά, ώστε το 2023 να λειτουργούν μόνο 4. Η κυβέρνηση όμως εξακολουθεί να μην έχει επικαιροποιημένο και τεκμηριωμένο πακέτο σεναρίων για τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας και την εξέλιξη του μίγματος καυσίμων και τεχνολογιών. Ο λιγνίτης έτσι φαίνεται πως θα είναι μαζί μας για το μεγαλύτερο μέρος και του 21ου αιώνα καθώς ξεκινά η κατασκευή της Πτολεμαΐδας V, ετοιμάζεται η Μελίττη ΙΙ, σχέδια υπάρχουν και για τον Άγιο Δημήτριο VI, ενώ νέα λιγνιτωρυχεία ετοιμάζονται να δοθούν προς εκμετάλλευση.

Επομένως, το καθοριστικότερο που χρειαζόμαστε είναι μια πλήρως μελετημένη και έγκαιρα σχεδιασμένη ολοκληρωμένη στρατηγική μετάβασης στη μετα-λιγνιτική εποχή, βασισμένη στην εξοικονόμηση ενέργειας, την προώθηση των ΑΠΕ και την παράλληλη στήριξη των κοινωνιών που εξαρτώνται μέχρι σήμερα από το λιγνίτη με αντισταθμιστικές παροχές και τέλη για τη χρηματοδότηση πράσινων αναπτυξιακών σχεδίων και τόνωση της απασχόλησης.

Χωρίς συγκεκριμένες δεσμεύσεις στο πλαίσιο ενός τέτοιου σχεδίου για τη σταδιακή αλλά δραστική μείωση του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα της χώρας θα είμαστε αντίθετοι σε κάθε νέα λιγνιτική (ή λιθανθρακική) μονάδα στη χώρα. Κάθε νέα μονάδα φυσικού αερίου, ως μεταβατικού καυσίμου, θα πρέπει να εντάσσεται σε έναν τέτοιο μακροχρόνιο στρατηγικό σχεδιασμό και να είναι των υψηλότερων δυνατών προδιαγραφών απόδοσης.

Στην κατεύθυνση αυτή χρειαζόμαστε καταρχάς η κάθε τεχνολογία να επιβαρύνεται με το πραγματικό κόστος παραγωγής της και να πάψει η ευνοϊκή μεταχείριση του λιγνίτη. Αν αφήσουμε κατά μέρος την περσινή μικρή επιβάρυνση, ο λιγνίτης ουσιαστικά δεν φορολογείται, δεν συνεκτιμάται το εξωτερικό κόστος στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία από την καύση του ούτε το τίμημα της χρήσης ή καταστροφής των «παράπλευρων» φυσικών πόρων (νερά, εδάφη) από τα λιγνιτωρυχεία. Η ανάληψη από το κράτος των ασφαλιστικών υποχρεώσεων της ΔΕΗ προς τους εργαζόμενούς της, ύψους 11 δις ευρώ, χρήματα τα οποία είχαν επενδυθεί κυρίως στο λιγνιτικό πρόγραμμα της ΔΕΗ χωρίς κόστος για τους καταναλωτές, αποτελεί μια τεράστια και σκανδαλώδη επιδότηση της κοινωνίας στο λιγνίτη.

 

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

 

  • Απλό και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο και οικονομικά κίνητρα για την αδειοδότηση και εγκατάσταση έργων ΑΠΕ. Δημιουργία περιφερειακών γραφείων τεχνολογικής και αδειοδοτικής στήριξης μικρών επενδυτών στις ΑΠΕ.
  • Η χωροθέτηση των έργων ΑΠΕ θα πρέπει να γίνεται βάσει του κριτηρίου της φέρουσας ικανότητας και γιο το σκοπό αυτό το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ είναι το κατάλληλο εργαλείο. Θα πρέπει παράλληλα όμως να επικαιροποιηθεί και διορθωθεί βάσει της εμπειρίας που συσσωρεύεται. Επίσης θα πρέπει να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του  τόσο από τους φορείς των έργων όσο και από τις υπηρεσίες που γνωμοδοτούν ή αδειοδοτούν. Τέλος για την ουσιαστική προστασία των ευαίσθητων οικοσυστημάτων επείγει να γίνουν σημαντικά βήματα στον τομέα της ποιότητας των περιβαλλοντικών μελετών, αλλά και της αξιολόγησης τους από τις αρμόδιες αρχές.
  • Το σημαντικότερο και πλέον επείγον πρόβλημα σήμερα για όλες τις τεχνολογίες και κλίμακες ΑΠΕ είναι η έλλειψη χρηματοδότησης λόγω της οικονομικής κρίσης. Στα πλαίσια ενός αναπτυξιακού αλλά και βιώσιμου προγράμματος εξόδου της χώρας από την κρίση, οι ΑΠΕ πρέπει να έχουν κεντρικό ρόλο. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει στο επίσημο πρόγραμμα προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας να περιληφθεί σαφής διασφάλιση του Συστήματος Εγγυημένων Τιμών, στις οποίες βασίζεται η ανάπτυξη των ΑΠΕ. Ταυτόχρονα πρέπει να υποστηριχθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ειδικά για την χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ με επιπλέον ρευστότητα ή εγγύηση των σχετικών δανείων.
  • Αναθεώρηση του ΕΣΠΑ 2007-2013 και της στόχευσης της νέας περιφερειακής πολιτικής μετά το 2013, ώστε να περιλαμβάνει σημαντική συμμετοχή των ΑΠΕ. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στη δημιουργία ειδικών χρηματοδοτικών εργαλείων που θα ευνοούν την δημιουργία πολυμετοχικών εταιρειών ΑΠΕ με συμμετοχή των ΟΤΑ, επαγγελματικών και κοινωνικών φορέων και  πολιτών, και θα καθιστούν αποδοτικά τα συστήματα ΑΠΕ μικρής κλίμακας.
  • Έγκαιρη κατασκευή όλων των απαραίτητων αναβαθμίσεων του ηλεκτρικού συστήματος, ώστε να μπορεί το συντομότερο να δεχθεί με ασφάλεια μεγαλύτερη διείσδυση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, όπως μετατροπή μεγάλων Υδροηλεκτρικών Σταθμών σε αντλησιο-ταμιευτικούς .
  • Εκπόνηση ενός κεντρικού σχεδίου διασύνδεσης του μη διασυνδεδεμένου δικτύου, για απεξάρτηση των νησιών από το πετρέλαιο και συνεισφορά τους στην εθνική προσπάθεια για τις ΑΠΕ, με κριτήρια τη φέρουσα ικανότητα εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ για κάθε νησί, και την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
  • Θέσπιση φορολογικών αλλά και άλλων οικονομικών κινήτρων για τη σταδιακή στροφή των συστημάτων θέρμανσης, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, από τη χρήση ορυκτών καυσίμων στη χρήση εγχώριας βιομάζας και υποστήριξη της εγχώριας βιομηχανίας εξοπλισμού και συστημάτων βιομάζας, που ήδη έχει κάνει, παρά την κρίση, την εμφάνιση της.
  • Συγκεκριμένες και άμεσες πρωτοβουλίες για την εγκατάσταση μονάδων γεωθερμίας, υβριδικών συστημάτων στα νησιά, καθώς και μονάδων συμπαραγωγής ηλεκτρισμού-θερμότητας με σαφή όμως περιορισμό ως προς το μέγεθος στα 35MW.
  • Το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ που πληρώνουν οι καταναλωτές πρέπει να χρηματοδοτεί αποκλειστικά τις ΑΠΕ και όχι το κόστος προμήθειας των εταιριών ηλεκτρισμού, ή πολύ περισσότερο μεγάλες μονάδες ΣΗΘΥΑ με φυσικό αέριο, όπως συμβαίνει σήμερα.
  • Διαφοροποίηση της εγγυημένης τιμής αντιστρόφως ανάλογα προς το αιολικό δυναμικό της περιοχής εγκατάστασης, ενεργοποιώντας την πρόβλεψη της παρ. 3, αρ. 5 του Ν.3851/2010, ώστε να αποθαρρύνεται η υπερσυγκέντρωση ανεμογεννητριών σε περιοχές υψηλού αιολικού δυναμικού και ο «φαραωνικός» σχεδιασμός πεδίων μεγάλης ισχύος. Ταυτόχρονα, υψηλότερες εγγυημένες τιμές θα πρέπει να προβλέπονται για κοινωνικές εταιρίες καθώς και για περιοχές που απεξαρτώνται από το λιγνίτη.
  • Οι εγγυημένες τιμές πρέπει να αντανακλούν ανά πάσα στιγμή το πραγματικό κόστος κάθε τεχνολογίας ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένου του κόστους χρηματοδότησης, στηρίζοντας επαρκώς τις επενδύσεις, χωρίς όμως να αφήνουν υπερβολικά περιθώρια κέρδους και να δημιουργούν «οικονομικές φούσκες». Η προσαρμογή αυτή θα πρέπει να γίνεται πολύ προσεκτικά και να μη διαταράσσεται η συνέχεια της λειτουργίας της αγοράς.
  • Συγκεκριμένες επενδύσεις σε έρευνα και εφαρμογή “Έξυπνων Δικτύων”, εγκατάσταση μετρητών πραγματικού χρόνου, συστημάτων διαχείρισης ζήτησης, ηλεκτρικών αυτοκινήτων και αλληλεπίδρασής τους με τα δίκτυα.
  • Υποστήριξη των σχεδίων εγχώριας έρευνας ηλεκτροκίνητων οχημάτων και συνδυασμένων συστημάτων παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ.